Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

Ο λάτρης του 'ωραίου' και ο βιασμός της αισθητικής (και της λογικής)

Διακόπτω την αυτοβιογραφία μου για μια έκτακτη είδηση. Τόσο έκτακτη που ακόμα γελάω. Πριν λίγες μέρες είχαμε βγει με τον φίλο μου βόλτα προς Καλλιθέα πλευρά. Το ξέρω ότι δεν έχει τίποτα ενδιαφέρον η περιοχή, αλλά δεν έχει σημασία, πήγαμε για αλλαγή. Παλιότερα σύχναζα αρκετά μιας και είχα γκόμενο από εκεί, αλλά ευτυχώς συνήλθα και την έκανα με ελαφρά.
Έχετε παρατηρήσει ποτέ ότι όλες οι ντόπιες είναι σαν όρθια αγγούρια; Βαμμένες, ντυμένες, το μαλλί στην τρίχα λες και πάνε για δοκιμαστικό στον Dior. Ίσα μωρή αλόγα, ξεκαβάλα να πούμε. Οι πιο κομπλεξικές γκόμενες που έχω συναντήσει ποτέ μου. Συναγωνίζονται άνετα και μάλιστα κερδίζουν στα σημεία τις αγιοπαρασκευιώτισσες. Άλλα σούργελα από εκεί. Όποτε έχει τύχει να μετακινηθώ με ΗΣΑΠ, ξεχωρίζω στο μπαμ τις γκόμενες που θα κατέβουν Καλλιθέα. Κλασσικά καργιολοτσόκαρα, είτε είναι 13 χρονών, είτε 83. Αν ήμουν δήμαρχος, ή τι σκατά έχουν εκεί, θα τους απαγόρευα να ταξιδεύουν εκτός συνόρων της περιοχής. Είναι σαν να βγήκαν οι τσατσάδες τσάρκα.
Επανέρχομαι.
Καθίσαμε λοιπόν σε μια παρακμιακή καφετέρια για έναν φραπέ στα γρήγορα. Ήδη είχα αρχίσει να δυσανασχετώ με τα τσόκαρα που έκαναν πασαρέλα το μουνί τους ψάχνοντας τον επόμενο γαμιά. Ο Γέτι ήταν αδιάφορος. Ευτυχισμένος άνθρωπος. Είτε δεν τον ενοχλεί η σαβούρα, είτε δεν την προσέχει. Είπαμε, ευτυχισμένος όπως και να 'χει. Πάνω που είχα αρχίσει να βράζω σκεπτόμενη τα σαβουρογαμήσια της κάθε τσουλάρας, πιάνω με την άκρη του ματιού μου τον πρώην. Συνοδευόμενο. Από ένα... απροσδιορίστου φύλου και ηλικίας πράγμα. Ξανακοιτάω έκπληκτη. Αυτός ήταν. Το πράγμα δίπλα πρέπει να ήταν ό,τι πιο πατσαβουροειδές έχουν δει ποτέ τα μάτια μου. Παρότι φορούσε φόρεμα, δεν μπορούσες να καταλάβεις το φύλο από το σώμα. Κώλος γιοκ. Βυζιά γιοκ. Γόνατα αλόγου. Καμπύλες γιοκ. Φαντάσου έναν άντρα με φόρεμα. Αλλά έναν αδύνατο άντρα, με αγκώνες και γόνατα να εξέχουν και χωρίς καθόλου πλάτες. Αυτό. Κοιτάω προς το πρόσωπο. Αν-α-γού-λα. Εμετός. Καταρχάς, το κεφάλι ήταν τεράστιο, στρογγυλό και δυσανάλογο ως προς το υπόλοιπο σώμα. Σαν τον Γλόμπο του Κύρου Γρανάζη. Πηγούνι ανύπαρκτο, που έκανε το πρόσωπο να ενώνεται σε μια ευθεία με το λαιμό. Ανύπαρκτα χείλη, αλλά το στόμα είχε το μέγεθος του στόματος του joker. Από το ένα αυτί ως το άλλο. Τα δε αυτιά; Ντάμπο το ελεφαντάκι. Φυσούσε κιόλας και φοβήθηκα ότι θα έπαιρναν μπρος οι έλικες. Μιας και μιλάμε για τον Ντάμπο, πάμε στη μύτη. Να την πεις μεγάλη; Να την πεις δύσμορφη; Να την πεις περίεργη; Όχι, δεν τη λες τίποτε από όλα αυτά. Τη λες μια άμορφη μάζα βιοχλαπάτσας τεραστίων διαστάσεων που πέταξε κάποιος από το μπαλκόνι και την έφαγε η τύπισσα στη μάπα. Και κοιτώντας λίγο πιο πάνω πας σε φρύδια ζωγραφισμένα με μαρκαδόρο, σε σχήμα τόξου παρακαλώ, γιατί πώς είναι δυνατόν να αναδειχθεί μια μύτη Τσέρνομπιλ αν όχι με τοξωτά φρύδια; Τα μάτια δεν μπορούσε να τα δει κανείς, γιατί είχαν τόση πολλή μπογιά πάνω τους που έδιναν ένα νέο νόημα στα smoky eyes. Smogy eyes. Οπότε φτάνεις στο μέτωπο. Τη μετόπη για την ακρίβεια. Είχε το μέγεθος της μετόπης του Παρθενώνα με τις φλέβες αετώματα για διακόσμηση. Δεν κάνω πλάκα. Έπιανε μέχρι τουλάχιστον τη μέση του κρανίου. Αν αυτό είναι εμετικό μια φορά στους άνδρες, φαντάσου στις γυναίκες. Για το δέρμα που σκέπαζε όλη αυτή τη φρίκη δεν συζητώ. Η ακμή είχε το μέγεθος ΙΕΚ.
Γιατί τα λέω όλα αυτά και γιατί παρατήρησα αυτό το πατσαβούρι στις εκτρωματικές του διαστάσεις;
Ο τύπος αυτός πάντα δήλωνε λάτρης του ωραίου. Θεωρούσε την αισθητική του πολύ εκλεπτυσμένη. Σε σημείο να σου κάνει παρατήρηση επειδή σου ξέφυγε κατά 0,005 μμ το eyeliner στο ένα μάτι, ή επειδή τα σκουλαρίκια σου δεν ταίριαζαν με το κολιέ σου, είτε γιατί φορούσες πάνω από 3 χρώματα συνολικά. Αυτός ο τύπος λοιπόν, τα είχε κάποτε μαζί μου. Είμαι 1,75 και 61 κιλά. Το βυζί μου είναι CC. Ο κώλος μου τουρλωτός. Έχω καμπύλες. Η φάτσα μου ευτυχώς είναι πάνω του μετρίου και αυτό δεν το λέω εγώ, αλλά οι άλλοι και ο καθρέφτης μου. Τι θέλω να πω με αυτό. Όσο ήταν μαζί μου, τρωγόταν με τα ρούχα του. Με τα δικά μου για την ακρίβεια. Τη μια φορούσα πολύ μακιγιάζ, την άλλη λίγο, την παράλλη δεν του άρεσαν τα ρούχα μου, τόλμησε να μου πει ότι το δέρμα μου είναι πολύ ανοικτόχρωμο και τον χαλάει (ενώ είδα το πακιστανάκι που έσερνε μαζί του που μάλιστα είχε και την τρίχα κάγκελο), δεν του άρεσε το χρώμα των μαλλιών μου. Κοινώς μου έπρηζε το μουνί με την μαλακισμένη του 'αισθητική' την οποία προσπαθούσε να μου την επιβάλει ύπουλα, υπόγεια και πούστικα. Έβλεπε στο δρόμο ξανθιά, του έτρεχαν τα σάλια. Έβλεπε βυζιά, λιποθυμούσε. Λες και δεν ήμουν ανοικτόχρωμη ή δεν είχα βυζιά. Μάλιστα κάποια στιγμή είχε το θράσος να μου πει ότι δεν είχα... γαλλική μύτη. Εντέλει, τον κεράτωσα με έναν απίστευτο παίδαρο και φυσικά τον χώρισα.
Όμως όλες αυτές οι μαλακίες που κατά καιρούς μου είχε πει, είχαν κάτσει στο κεφάλι μου. Δεν έχω όμορφη μύτη, δεν έχω αρκετά μεγάλα βυζιά, είμαι πολύ άσπρη, πρέπει να αλλάξω χρώμα μαλλιών, δεν έχω γούστο στο ντύσιμο, δεν ξέρω να βάφομαι.
Μέχρι που κάποια στιγμή, μια φίλη μου μου έδειξε μια σαβούρα και μου την ταυτοποίησε ως την νυν γκόμενά του. Δεν μιλάμε για το πακιστανάκι από το Τσερνόμπιλ τώρα, για άλλη λέμε. Μια κοντή ξεμαλλιασμένη τύπισσα που μόλις είχε βγει από το Άουσβιτς. Φυσικά ούτε βυζί είχε, ούτε κώλο, ήταν ντυμένη σαν παρτάλι, μαύρη σαν τσιγγάνα και είχε και τα δόντια του Φιλιππίδη. Ε, γάμησέ με δηλαδή. Μου γύρισε το μάτι. Όχι από ζήλια. Από τσαντίλα. Οργή.
Παλιομαλάκα του κερατά. Είχες εμένα και μου έκανες παρατηρήσεις, και τώρα βάζεις το πουλί σου μέσα σε αυτό το πράγμα; Είσαι σοβαρός; Η καλύτερη γυναίκα του κόσμου να είναι ρε καργιόλη, απλά δεν βλέπεται! Πού πήγαν τα στάνταρτς της γαμημένης σου αισθητικής; Πού πήγαν όλα τα πρέπει και τα οπωσδήποτε και τα ποτέ που τσαμπούναγες βρωμογαμιόλη; Τα έλεγες γιατί τα πίστευες, ή γιατί απλά ήθελες να μου σπάσεις τον τσαμπουκά μαλακιστήρι; Κομπλεξικό ποταπό παπάρι.
Τις προάλλες λοιπόν είδα και το πακιστανάκι από το Τσερνόμπιλ και έδεσε το γλυκό. Δεν τσαντίστηκα καν. Γέλασα με την ψυχή μου. Γέλασα γιατί ξέφυγα από τον μαλάκα και την πλύση εγκεφάλου του. Γιατί δεν μοιράστηκα εν τέλει τη δυστυχία του μυαλού του. Γιατί ό,τι κορόιδευε το λούζεται. Γιατί δεν του άξιζε τίποτε άλλο παρά ένα κακομοιριασμένο πατσαβούρι.
Σηκώθηκα και τους πλησίασα.
Στάθηκα μπροστά τους.
Τους κοίταξα από πάνω μέχρι κάτω.
Γύρισα την πλάτη μου και έφυγα.
Ποτέ μα ποτέ, μην πιστεύετε τις παπαριές που σας λένε. Ποτέ. Είναι προϊόντα κόμπλεξ και μόνο. Εξάλλου είναι γεγονός, ότι αυτός που ονειρεύεται την τέλεια γκόμενα καταλήγει με τα απομεινάρια που ψωνίζει από αγαμήτου και απάρτου γωνία.